- παθολογία
- Βασικός κλάδος της ιατρικής που μελετά τα αίτια, τη γένεση και την εξέλιξη των παθολογικών διεργασιών. Η π. ξεφεύγει από την εξέταση της μεμονωμένης κλινικής περίπτωσης του πάσχοντος ατόμου και μελετά τη νόσο στην τυπική της εικόνα, συμπληρώνοντάς την, όπου είναι δυνατόν, με την ανάλυση του αιτιολογικού παράγοντα και ερευνώντας τον τρόπο έναρξης και την πορεία μέσω της oποίας αναπτύσσεται, εκδηλώνεται και σβήνει. Η έρευνα αυτή, δηλαδή η μελέτη της παθογένεσης της νόσου, είναι το δυσκολότερο μέρος της π. και βασίζεται κυρίως σε ανατομοπαθολογικά στοιχεία και στη φυσιοπαθολογία.
Στην παθολογική ανατομική, πράγματι, περιγράφονται οι αλλοιώσεις, που παρατηρούνται στα διάφορα όργανα ή στα κύτταρα, και διερευνώνται τα αντίστοιχα αίτια και οι αντίστοιχες λειτουργικές αλλοιώσεις· οι τελευταίες αυτές εξετάζονται ειδικότερα από τη φυσιοπαθολογική, η οποία χρησιμοποιεί γι» αυτό τον σκοπό όλες τις βιολογικές καθώς και τις πειραματικές μεθόδους διάγνωσης. Η π. συμπληρώνει τη μελέτη των νόσων με την περιγραφή των συμπτωμάτων, με τη μελέτη της πρόγνωσης και τη γενική θεραπευτική αγωγή.
Όσα αναφέρθηκαν ισχύουν για τις ειδικές παθολογίες, δηλαδή για την ιατρική π. και για τη χειρουργική π., που μελετούν τις παθολογικές διεργασίες, οι οποίες είναι επιδεκτικές συντηρητικής ή αντίστοιχα χειρουργικής θεραπευτικής αγωγής· αλλά στις νόσους μπορεί να γίνει και μια άλλη έρευνα επί των στοιχείων που τις συνιστούν, δηλαδή εκείνων των εκδηλώσεων που, εξελισσόμενες και συνδυαζόμενες κατά ποικίλο τρόπο, σχηματίζουν την κάθε νοσολογική εικόνα. Η μελέτη αυτών των βασικών στοιχείων είναι αντικείμενο της γενικής π., επιστήμης καθαρά πειραματικής και κατά συνέπεια εξαρτημένης από τις προόδους όλων των φυσικών, χημικών και βιολογικών επιστημών. Η γενική π. ενδιαφέρεται, για παράδειγμα, για τα προβλήματα της γενικής αιτιολογίας, για τις βασικές παθολογικές διεργασίες (πυρετός, φλεγμονή, ουλοποίηση, ανοσία, σοκ, κώμα κ.ά.) και για τις κύριες μορφές των παθήσεων των διαφόρων οργάνων και συστημάτων.
Στην αναζήτηση της βασικής αλλοίωσης που χαρακτηρίζει τα παθολογικά φαινόμενα, η π. στράφηκε προς τα κύτταρα, κατεβλήθη δηλαδή προσπάθεια vα αναχθεί σε βλάβη ή σε αντίδραση του κυττάρου το πρώτο αίτιο ολόκληρης της παθολογικής διεργασίας· στις τελευταίες δεκαετίες οι μεγάλες κατακτήσεις της βιοχημείας και της γενετικής επέτρεψαν την περαιτέρω διερεύνηση της φύσης των παθολογικών συμβαμμάτων και την εντόπιση της αιτίας μερικών από αυτών σε αλλοιώσεις ή ανεπάρκειες ενζύμων ή σε ανωμαλίες χρωματοσωμάτων. Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε, εκτός από την κυτταρική π., και για γενετική π.
Εξ ορισμού η π. είναι αντίθετη προς τη φυσιολογία· στην ιστορία της ιατρικής και στην καθημερινή επιστημονική πειραματική έρευνα γεννήθηκε ανάμεσα στους δύο κλάδους ένας συνεχής συσχετισμός έτσι η π., για να ερμηνεύσει νοσηρές καταστάσεις, πρέπει να λαμβάνει πάντα υπόψη κάθε πρόοδο στη γνώση των φυσιολογικών λειτουργιών· και η φυσιολογία, με τη σειρά της, μπορεί από τη γνώση της νοσηρής κατάστασης να προσδιορίσει ακριβέστερα τη φυσιολογική κατάσταση.
* * *η (Α παθολογία)νεοελλ.1. κλάδος τής ιατρικής επιστήμης ο οποίος ασχολείται με τη μελέτη τής παθοφυσιολογίας, τής διάγνωσης, τής πρόληψης και τής συντηρητικής θεραπείας τών νόσων τών εσωτερικών οργάνων τού ανθρώπινου σώματος2. φρ. α) «γενική παθολογία» — το τμήμα τής παθολογίας το οποίο καθορίζει τους παθολογικούς όρους και τη σημασία τους καθώς και τους νόμους τών νοσηρών φαινομένων και παράλληλα κατατάσσει τα αίτια, τις εξεργασίες, τα συμπτώματά τους, ανεξάρτητα από το πάσχον όργανοβ) «ειδική παθολογία ή περιγραφική παθολογία» — η ιδιαίτερη περιγραφή κάθε νόσου η οποία κατατάσσεται νοσολογικώς, δηλ. ανάλογα με το πάσχον όργανο ή τις ιδιαίτερες εκδηλώσεις τού οργάνου αυτούγ) «κυτταρική παθολογία ή κυτταροπαθολογία» — η σπουδή τών μορφολογικών και λειτουργικών αλλοιώσεων τών κυττάρων και τών ιστών υπό την επίδραση παθογόνων παραγόντωνδ) «πειραματική παθολογία» — πρόκληση νόσου σε ζώα ή ανθρώπους για πειραματισμό και κάτω από ειδικές συνθήκες με σκοπό την κλινική, φυσιοπαθολογική και θεραπευτική μελέτηε) «συγκριτική παθολογία» — η μελέτη και η σύγκριση νόσων στον άνθρωπο και στα ζώααρχ.πραγματεία σχετική με τα πάθη.[ΕΤΥΜΟΛ. < πάθος + -λογία*. Η λ. με τη νεοελλ. της σημ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. pathologie].
Dictionary of Greek. 2013.